Κεφάλαιο 38
Ο Γουέιν κοίταξε το χλωμό πρόσωπο του Μάθιου και συνειδητοποίησε ότι ο Μάθιου τον κοιτούσε με πικρία. Μετάνιωσε, τράβηξε κρυφά έναν αναστεναγμό και ρώτησε προσεκτικά τον Ματθαίο: «Με κατηγορείς που δεν σε φρόντισα;»
Ο Γουέιν δεν του απάντησε και έγειρε στην αγκαλιά της Άννας, με το αριστερό του χέρι να κρατάει σφιχτά τα ρούχα της Άννας.
Η Άννα διαπίστωσε ότι ο Γουέιν φαινόταν λίγο απογοητευμένος. Τον λυπόταν και έπρεπε να τον παρηγορήσει απρόθυμα: «Ίσως φοβήθηκε χθες το βράδυ. Δώσε του λίγο χρόνο να ηρεμήσει και θα είναι καλά». Δεν σε νοιάζει καν για τον γιο σου. Είναι λογικό να είναι πιο κοντά σε άλλους ανθρώπους παρά σε σένα. Τι φυσιολογικό πράγμα!